Στο πλαίσιο της έρευνάς μου για Το Μυστικό του Λεβάντε, μελέτησα πολλές ιστορικές πηγές για το πώς φτάσαμε στο περίφημο “Όχι”. Αν και προφανώς δεν είμαι ιστορικός, θα προσπαθήσω σε ένα μικρό κείμενο, μικρότερο των 1000 λέξεων, να συνοψίζω τα βασικά γεγονότα του Μεσοπολέμου που οδήγησαν την Ελλάδα στη δικτατορία του Μεταξά και στο Όχι, που υποννοήθηκε και δεν ειπώθηκε σα λέξη* στον ιδεολογικό του σύμμαχο Μουσολίνι.
Ελπίζω ότι, μέσα από το κείμενο, κάποιοι οξυδερκείς θα αναγνώσετε και τις πολλές ομοιότητες με το σήμερα, αφού σκοπός μου δεν είναι να κάνω μόνο μια ξερή αναφορά γεγονότων.
Μετά τον Α’ΠΠ, λοιπόν, η κατάσταση στην Ευρώπη ήταν ρευστή, και ένας σημαντικός λόγος αυτής της ρευστότητας ήταν η Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία το 1917. Στις Βερσαλλίες το 1919, οι τρεις μεγάλοι του Πολέμου -Αγγλία, Γαλλία και ΗΠΑ- χώρισαν την Ευρώπη και τις αποικίες σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα, τεμαχίζοντας έτσι μεγάλες αυτοκρατορίες, όπως η Αυστροουγγρική σε μικρότερα κράτη, προκειμένου να φτιάξουν μια ζώνη κρατών που θα μπορούσαν πιο εύκολα να ελέγξουν απέναντι στη Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση.
Αυτό δυσαρέστησε την Ιταλία, νικήτρια κι αυτή του Α’ΠΠ, που δεν καρπώθηκε τελικά οφέλη από τη μοιρασιά, κι έτσι, σε συνδυασμό με τη βαθιά οικονομική ύφεση και τον εθνικισμό, αφέθηκε στα χέρια του Μουσολίνι και του Φασισμού. Τα απολυταρχικά καθεστώτα άρχισαν να ξεπηδούν σα μανιτάρια και στην υπόλοιπη Ευρώπη, και είναι απορίας άξιο πώς ένας Μεταξάς δεν επικράτησε νωρίτερα από το ‘36. Υπήρχε όμως παρών, και συμμετείχε και σ’ ένα από τα αποτυχημένα στρατιωτικά κινήματα που έγιναν εκείνη την περίοδο. 33 (!) κυβερνήσεις πέρασαν συνολικά από την Ελλάδα από το 1920 μέχρι το 1928, οπότε ξεκίνησε η τετραετία Βενιζέλου.
Ο Βενιζέλος το 1929 πέρασε το νόμο 4229, με τον οποίο εκδιώχθηκαν οι αναρχικοί, οι αριστεροί και οι συνδικαλιστές ως επικίνδυνοι για το πολίτευμα. Ο Παπαναστασίου του πρότεινε να συμπεριλάβει και τους φασίστες (που σχημάτιζαν πλέον οργανώσεις σε όλη την Ελλάδα), αλλά ο Βενιζέλος αρνήθηκε. Και πώς αλλιώς, αφού το 1928 είχε υπογράψει σύμφωνο φιλίας με το Μουσολίνι, ώστε να αποκτήσει άλλο ένα σύμμαχο, εκτός της Αγγλίας και της Γαλλίας, και να αναγκάσει τα υπόλοιπα Βαλκάνια να φερθούν φιλικά προς την Ελλάδα.
Το 1932 η Ελλάδα χρεοκόπησε. Αφέθηκε να πτωχεύσει, αφού είχε σπαταλήσει το χρυσό της για να πληρώνει τοκοχρεωλύσια για τα προηγούμενα δάνεια. Όλος ο κόσμος άλλωστε βρισκόταν σε βαθιά ύφεση εξαιτίας του κραχ του ‘29, όπου μέσα σε 3 χρόνια ο δείκτης Dow Jones έπεσε 89%.
Ο Μεταξάς με το κόμμα Ελευθεροφρόνων, φιλομοναρχικός και προσωπικός φίλος της βασιλικής οικογένειας, ήταν εκεί, παίρνοντας μέρος στις εκλογές, αλλά πατώνοντας. Το 1936 όμως, έχοντας πάρει μόλις 7 έδρες στη Βουλή, ο Γεώργιος Β’ τον διόρισε Υπουργό Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Δεμερτζή. Οι μόνοι δύο που αντέδρασαν προειδοποιητικά ήταν το ΚΚΕ και ο Γεώργιος Παπανδρέου. Και είχαν δίκιο, γιατί ένα μήνα αργότερα, που πέθανε ο Δεμερτζής, αναβαθμίστηκε σε πρωθυπουργό. Προφανώς, όπως κανένας φασίστας δε θα έχανε τέτοια ευκαιρία, ο Μεταξάς, επικαλούμενος τη διεθνή ρευστή κατάσταση και την απειλή του κομμουνισμού, διέλυσε το Κοινοβούλιο, ανέστειλε βασικά άρθρα του Συντάγματος, και, με τη σύμφωνη γνώμη πάντα του βασιλιά, εγκατέστηκε το απολυταρχικό του πολίτευμα.
Παραδόξως, όμως, παρά την ιδεολογική τους συγγένεια, ο Μεταξάς δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις με το Μουσολίνι, ο οποίος είχε επεκτατικές διαθέσεις προς την Ελλάδα από το βομβαρδισμό που είχε κάνει στην Κέρκυρα το 1923, με αφορμή τη δολοφονία Ιταλών φαντάρων από αγνώστους στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Πέρα από αυτό, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, ο Μουσολίνι, μην έχοντας κανένα σχέδιο (σε αντίθεση με το Χίτλερ), θέλησε να αποδείξει στο “φίλο” του ότι ήταν ένας ισάξιος συνεργάτης, κι έτσι, το Σεπτέμβριο, έκανε επίθεση στην Αίγυπτο, αλλά οι Άγγλοι την απέκρουσαν. Ταπεινωμένος, θέλησε να δοκιμάσει την τύχη του στα Βαλκάνια.
Ο Χίτλερ δεν είχε σκοπό να κατέβει ακόμα εκεί. Θα κατέβαινε λίγο πριν επιτεθεί στην Αφρική, ώστε να αποκλείσει τα Βαλκάνια από τους Συμμάχους, που θα ήθελαν να τα χρησιμοποιήσουν ως βάση τους. Γι’ αυτό και η επίθεση του Μουσολίνι στην Ελλάδα τον εκνεύρισε, για τους λόγους που ξέρουμε. Αν δεν είχαν κάνει οι Γερμανοί την εαρινή τους επίθεση, αποσπώντας δυνάμεις από το Ευρωπαϊκό μέτωπο, οι Ιταλοί δε θα είχαν καταφέρει ποτέ να καταλάβουν την Ελλάδα.
Ο Μουσολίνι, επειδή ήξερε τις βλέψεις του Χίτλερ, τσίγκλισε πολλές φορές την Ελλάδα να ξεκινήσει εκείνη τη διαμάχη, με αποκορύφωμα τον προκλητικό τορπιλισμό της Έλλης το 15αύγουστο του 1940. Ο Μεταξάς όμως δεν έκανε κίνηση γιατί ετοίμαζε ακόμα με το Στρατιωτικό Επιτελείο τη συνοριακή άμυνα.
Ο Μουσολίνι κατάλαβε ότι έπρεπε να φέρει την Ελλάδα προ τετελεσμένων γεγονότων, στέλνοντάς της ένα τελεσίγραφο. Όρισε ως ημερομηνία επίθεσης τη συμβολική 28η Οκτωβρίου, ημέρα που είχε κάνει την Πορεία προς τη Ρώμη με τους 100,000 μελανοχίτωνές του, αναγκάζοντας τότε το βασιλιά Βιτόριο Εμανουέλε να του παραδώσει την εξουσία.
Ο Τσιάνο, Υπουργός Εξωτερικών και γαμπρός του, άρχισε να συντάσσει το τελεσίγραφο στις 22 Οκτωβρίου. Το απέστειλε στην Ελλάδα το βράδυ της 26ης, την ώρα που στην Ιταλική πρεσβεία γινόταν δεξίωση προς τιμή του Αντόνιο Πουτσίνι (γιου του συνθέτη της Μαντάμ Μπάτερφλαϊ, που είχε ανέβει στο Βασιλικό Θέατρο το προηγούμενο βράδυ), παρουσία δύο Ελλήνων Υπουργών.
Σύμφωνα με τις οδηγίες, ο πρέσβης Γκράτσι έπρεπε να το παραδώσει στο Μεταξά στις 3π.μ. της 28ης και να τον ενημερώσει προφορικά ότι οι δυνάμεις τους στα σύνορα θα περίμεναν μέχρι τις 6π.μ.. Είναι προφανές ότι όποια και να ήταν η διάθεση του Μεταξά, μέσα σε λιγότερες από τρεις ώρες δε θα προλάβαινε καν να συνεννοηθεί με το βασιλιά και το Επιτελείο ώστε να στείλει σχετική διαταγή στα σύνορα. Άλλωστε, ο Γκράτσι δεν είχε καν ενημερωθεί για το ποια σημεία ζητούσαν οι Ιταλοί. Ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος.
Σύμφωνα με το ημερολόγιο του Γκράτσι, το Όχι του Μεταξά υποννοήθηκε εμμέσως πλην σαφώς. Την ώρα που οι ιταλικές δυνάμεις ξεκινούσαν την επίθεσή τους (μισή ώρα πριν τη λήξη του τελεσιγράφου), ο Μεταξάς υπέγραφε τα διατάγματα για την επιστράτευση και ο Σεφέρης, προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Πληροφοριών, έγραφε το διάγγελμα του βασιλιά, και αργότερα το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν.
Για εκείνο το πρώτο πρωινό του πολέμου, ο νομπελίστας ποιητής θα έγραφε λίγο αργότερα: Η αυγή μ’ ένα παράξενο μυστήριο χυμένο στο πρόσωπό της.
*επέλεξα να βάλω λινκ προς τη σελίδα http://ioannismetaxas.gr θεωρώντας ότι θα ήταν η πρώτη που θα υπερασπιζόταν την έκφραση του “όχι” σα λέξη, σε μια προσπάθεια να καταρριφθεί ένας αστικός μύθος ενός μεγάλου και αποφασιστικού ΟΧΙ, όπως έχει επικρατήσει να πιστεύουμε.