Πέντε χρόνια στην Αγγλία.

Για την αγγλική έκδοση του κειμένου, πάτησε εδώ

Σήμερα κλείνω 5 χρόνια στην Αγγλία. 60 μήνες. 1.826 μέρες. Έκανα κάθε μία από αυτές να αξίζει; Όχι. Αλλά έκανα αρκετές. Δεν έχω σκοπό να κάνω ξανά απολογισμό, όπως έκανα στα τρία χρόνια. Θέλω απλά να γράψω μερικές σκέψεις, σκόρπιες και ίσως χωρίς ιδιαίτερο νόημα.

Αξίζει κάποιος να έρθει στο Λονδίνο; Ναι. Είναι εύκολα; Όχι. Το Λονδίνο είναι μία από τις πιο ζωντανές πόλεις στον πλανήτη, αλλά ταυτόχρονα είναι και μια σκληρή, αρκετά απρόσωπη μητρόπολη που δεν δίνει δεκάρα για το ποιος είσαι. Αν καταφέρνεις να επιβιώνεις, μένεις. Αν όχι, φεύγεις. Αν επιβιώνεις και έχεις χρόνο ή/και μερικά χρήματα να απολαύσεις αυτά που σου προσφέρει, τότε σκέφτεσαι να παρατείνεις την διαμονή σου εδώ. Αν όχι, πάλι φεύγεις.

Η σχέση μου με το Λονδίνο είναι σχεδόν παθιασμένη. Όταν είμαι καλά, το λατρεύω. Όταν με παίρνει από κάτω, το μισώ. Ξέρω όμως ότι αν κάνω το λάθος να φύγω, θα μου λείψει. Το θέατρο, οι βόλτες στον Τάμεση, η ποικιλία στις εθνικές κουζίνες, η ποικιλία γενικώς σε ανθρώπους, χρώματα, κουλτούρες, θρησκείες.

Από την άλλη, δεν θα μου λείψουν τα βρώμικα λεωφορεία το βράδυ, οι ακριβές μετακινήσεις, τα δωμάτια που χρυσοπληρώνεις σε σπίτια με αγνώστους, ο τρομερός ανταγωνισμός όταν ψάχνεις για δουλειά, η μυρωδιά της τηγανίλας από τα chips shops.

Μετά το κείμενο για τα τρία χρόνια απολογισμού, μου έστειλαν μηνύματα αρκετοί άνθρωποι για να με ρωτήσουν αν θα τους συνιστούσα να έρθουν ή όχι. Έβρισκα πάντα έναν ευγενικό τρόπο για να μην πάρω θέση και απέκρυβα πάντα πόσο χαζή μου φαινόταν αυτή η ερώτηση. Τέτοιες αποφάσεις τις παίρνεις μόνο σου, ώστε να είσαι και ο μόνος υπεύθυνος για αυτές. Μου είναι ακόμα δύσκολο να καταλάβω πώς και γιατί είναι χρήσιμη η δική μου συμβουλή σε έναν άγνωστο. Είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι, με διαφορετικές αφετηρίες, διαφορετικές πορείες και διαφορετικές ανάγκες.

Δεν είναι για όλους το εξωτερικό, όπως δεν είναι για όλους η Ελλάδα. Εγώ ξέρω ότι αν γύριζα πίσω, θα γινόμουν ή τρομοκράτης ή καταθλιπτικός. Αυτό που απολαμβάνω κυρίως στην Αγγλία είναι ότι δεν χρειάζεται να εξηγήσω τα αυτονόητα: γιατί ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ να κρατήσουμε μια πόρτα ανοιχτή αντί να την αφήσουμε να κλείσει στη μάπα του άλλου, γιατί ΔΕΝ ΠΑΡΚΑΡΟΥΜΕ σε θέσεις που είναι αποκλειστικά για ΑμΕΑ, γιατί δεν βγάζουμε όλη την πραμάτειά μας στο ΠΕΖΟδρόμιο, γιατί ΔΕΝ δίνουμε φακελάκι στο γιατρό που ΟΡΚΙΣΤΗΚΕ να θεραπεύει τους ασθενείς του, γιατί ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ να είμαστε υπομονετικοί όταν εξυπηρετούμε ανθρώπους.

Σε έναν πιο προσωπικό τόνο, αυτό που μετανιώνω πέντε χρόνια στο εξωτερικό είναι οι στιγμές που χάνω από την οικογένεια και τους φίλους μου. Δε μου αρέσει που το βαφτιστήρι μου μεγαλώνει και το βλέπω μόνο 1-2 φορές το χρόνο. Με πληγώνει η ερώτηση “νονέ, πότε θα ξανάρθεις;”.

Ομοίως, αλλά με μικρότερη βαρύτητα προφανώς, με στεναχωρεί η ερώτηση “πότε θα κάνεις καμιά παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη; Στην Κρήτη;” Έκανα το λάθος να θέλω να γίνω συγγραφέας ενώ γεννήθηκα στην Ελλάδα. Σαν να μην έφτανε αυτό, όταν άρχισα να εκδίδω, έφυγα στο εξωτερικό. Πάντα είχα ένα πρόβλημα με το συγχρονισμό και δεν βλέπω να διορθώνεται. Όσο μεγαλώνω, νιώθω όλο και πιο ανεύθυνος. Οι φίλοι μου λένε ότι περνάω κρίση ηλικίας. Εγώ τους λέω να πάνε στο διάολο.

Διαβάζετε λογοτεχνία; Δείτε τα βιβλία μου εδώ.

Επιμύθιο: πριν πέντε χρόνια πήρα μια απόφαση. Με δικαίωσε, αλλά χρειάστηκαν και χρειάζονται πολλές προσπάθειες. Αυτό που έμαθα είναι να προσπαθώ να κάνω την κάθε μέρα να προσθέτει κάτι αξιόλογο στις αναμνήσεις μου.  Ελπίζω τα επόμενα πέντε χρόνια να αξίζουν περισσότερο.